Αύξηση επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης αποφάσισε η ΕΚΤ
Ακολουθήστε μας στο Linkedin και συνδεθείτε με άλλους επαγγελματίες του κλάδου
Αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης αποφάσισε την Πέμπτη το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προκειμένου να διασφαλιστεί, όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή του, η έγκαιρη επαναφορά του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%.
Η ΕΚΤ αναφέρει επίσης ότι σκοπεύει να αυξήσει τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης ακόμα στην επόμενη συνεδρίαση του για τη νομισματική πολιτική τον Μάρτιο, για να επαναξιολογήσει στη συνέχεια την πορεία που θα ακολουθήσει.
Συγκεκριμένα, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα αυξηθούν σε 3%, 3,25% και 2,50% αντιστοίχως, με ισχύ από τις 8 Φεβρουαρίου 2023.
“Η διατήρηση των επιτοκίων σε περιοριστικά επίπεδα θα μειώσει με την πάροδο του χρόνου τον πληθωρισμό περιορίζοντας τη ζήτηση και θα αποτρέψει επίσης τον κίνδυνο επίμονης μετατόπισης προς τα πάνω των προσδοκιών για τον πληθωρισμό. Σε κάθε περίπτωση, οι μελλοντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια πολιτικής θα εξακολουθούν να εξαρτώνται από τα στοιχεία και να ακολουθούν μια προσέγγιση σύμφωνα με την οποία οι αποφάσεις θα λαμβάνονται από συνεδρίαση σε συνεδρίαση”, αναφέρει η ΕΚΤ στην ανακοίνωσή της.
Επιπλέον, στη συνεδρίασή της η ΕΚΤ αποφάσισε επίσης τις λεπτομερείς ρυθμίσεις για τη μείωση των τίτλων που διακρατεί το Ευρωσύστημα στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme – APP). Όπως ανακοινώθηκε τον Δεκέμβριο, το χαρτοφυλάκιο APP θα μειώνεται με ρυθμό €15 δισ. μηνιαίως κατά μέσο όρο από τις αρχές Μαρτίου μέχρι το τέλος του Ιουνίου 2023 και στη συνέχεια ο ρυθμός αυτής της μείωσης θα καθορίζεται με την πάροδο του χρόνου.
Στην ανακοίνωση της ΕΚΤ ανακοινώνεται ότι οι εναπομένουσες επανεπενδύσεις θα κατανέμονται κατ’ αναλογία προς το μερίδιο εξόφλησης τίτλων μεταξύ των συστατικών προγραμμάτων του APP και, στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα (public sector purchase programme – PSPP), κατ’ αναλογία προς το μερίδιο εξόφλησης τίτλων κάθε χώρας και μεταξύ των κρατών-εκδοτών και των υπερεθνικών εκδοτών.
Σε ό,τι αφορά τις αγορές εταιρικών ομολόγων που διενεργεί το Ευρωσύστημα, αποφασίστηκε όπως οι εναπομένουσες επανεπενδύσεις θα στρέφονται περισσότερο προς εκδότες που έχουν καλύτερες κλιματικές επιδόσεις. “Με την επιφύλαξη του στόχου της ΕΚΤ για τη σταθερότητα των τιμών, αυτή η προσέγγιση θα στηρίξει τη σταδιακή απεξάρτηση των εταιρικών ομολόγων που διακρατεί το Ευρωσύστημα από τον άνθρακα σύμφωνα με τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού”, αναφέρει.
Ακόμα, σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα PEPP, η ΕΚΤ σκοπεύει να επανεπενδύει τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024. “Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής”, αναφέρει η ΕΚΤ, προσθέτοντας ότι θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία στις επανεπενδύσεις ποσών από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου PEPP καθώς φθάνουν στη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία.
Επιπλέον, αναφέρει ότι, καθώς οι τράπεζες θα αποπληρώνουν τα ποσά που δανείστηκαν στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ θα αξιολογεί τακτικά το πώς οι στοχευμένες πράξεις χρηματοδότησης συνεισφέρουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του.
“Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του εντός των ορίων της εντολής που του έχει ανατεθεί, προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα. Το μέσο για την προστασία της μετάδοσης (Transmission Protection Instrument –TPI) είναι διαθέσιμο για να αντισταθμιστούν ανεπιθύμητες, άτακτες εξελίξεις στην αγορά που θέτουν σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ, επιτρέποντας έτσι στο Διοικητικό Συμβούλιο να εκπληρώσει πιο αποτελεσματικά την αποστολή του για τη σταθερότητα των τιμών”, καταλήγει η ανακοίνωση.