Η υποχρεωτική ασφάλιση ευθύνης εργοδότη και οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν οι μεγάλοι όμιλοι εταιρειών
Ακολουθήστε μας στο Linkedin και συνδεθείτε με άλλους επαγγελματίες του κλάδου
Γράφει ο Χρήστος Τρύφωνος
Όλοι οι εργοδότες σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου περί Υποχρεωτικής Ασφάλισης της Ευθύνης Εργοδοτών του 1989 πρέπει να έχουν ασφαλιστική κάλυψη ευθύνης εργοδότη. Οι ασφαλιστικές εταιρείες γενικού κλάδου προσφέρουν την απαιτούμενη από τον Νόμο κάλυψη πολλές φορές σε συνδυασμό με διάφορες επεκτάσεις.
Βάσει του Κυπριακού δικαίου υπάρχουν 3 κατηγορίες ατόμων που μπορούν να εκτελούν εργασίες έναντι αμοιβής προς όφελος μιας εταιρείας ή ενός φυσικού προσώπου:
- Οι μισθωτοί εργοδοτούμενοι αποτελούν άτομα τα οποία εργάζονται σε ένα εργοδότη είτε επί μονίμου βάσεως, είτε για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ανεξαρτήτως αν απασχολούνται σε πλήρη ή σε μερική απασχόληση. Ο εργοδότης σε αυτή την περίπτωση οφείλει να καλύπτεται από ασφαλιστική κάλυψη ευθύνης εργοδότη.
- Άτομα τα οποία προσφέρουν τις υπηρεσίες τους βάσει μίας σύμβασης παροχής υπηρεσιών δεν αποτελούν εργοδοτούμενους και άρα δεν απαιτείται ασφάλιση ευθύνης εργοδότη αφού δεν υπάρχει η σχέση εργοδότη / εργοδοτουμένου.
- Η τρίτη κατηγορία η οποία συναντάται πιο σπάνια και την αναφέρω για σκοπούς πληρότητας είναι η εργοδότηση εργοδοτουμένου ο οποίος προέρχεται από επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης (ΕΠΑ) σύμφωνα με τις πρόνοιες του νόμου Ν.174(1)/2012. Βάσει της εν λόγω νομοθεσίας ειδικά συσταθείσες εταιρείες έχουν το δικαίωμα να στελεχώνουν προσωρινά με προσωπικό άλλες εταιρείες. Σε αυτές τις περιπτώσεις βάσει του άρθρου 13(1) του Νόμου την ευθύνη για ασφάλιση την έχει η ΕΠΑ και όχι ο προσωρινός εργοδότης.
Εάν ένα άτομο προσφέρει τις υπηρεσίες του βάσει σύμβασης παροχής υπηρεσιών ή εάν υπάρχει σχέση εργοδότη / εργοδοτουμένου, δεν αποφασίζεται μέσα από μια μεταξύ τους συμφωνία αλλά εξετάζεται βάσει πραγματικών γεγονότων. Το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν Σταύρου Στυλιανού κ.α (2002) 1 ΑΑΔ 1718 αποφάσισε μεταξύ άλλων ότι πρέπει να εξετάζονται τα ακόλουθα:
- Ποιος ελέγχει την μέθοδο εκτέλεσης της εργασίας.
- Ποιος έχει την εξουσία επιλογής εργοδοτουμένων.
- Ποιος καταβάλει τον μισθό.
- Ποιος έχει το δικαίωμα απόλυσης.
- Ποιου ανήκουν τα εργαλεία και ο εξοπλισμός που χρησιμοποιούνται στην εργασία.
- Εάν υπάρχει η δυνατότητα προσπορισμού κέρδους ή κίνδυνός για να επωμιστεί ζημιά το άτομο που εκτελεί την εργασία.
Τα πιο πάνω δεν πρέπει να υπάρχουν σωρευτικά προκειμένου να αποφασιστεί το καθεστώς εργοδότησης ενός υπαλλήλου, παρόλα αυτά όπως έχει λεχθεί από το Δικαστήριο δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στο ποιος επιλέγει την μέθοδο εκτέλεσης της εργασίας.
Η διαφορά μεταξύ παροχής υπηρεσιών και σχέσης εργοδότη/εργοδοτουμένου είναι κάτι που πρέπει να εξετάζεται πολύ προσεκτικά πριν από κάθε σύναψη νέου ασφαλιστηρίου συμβολαίου ευθύνης εργοδότη, γιατί τυχόν λανθασμένη επιλογή εργοδότη μπορεί να οδηγήσει σε κενά κάλυψης.
Το ασφαλίσιμο συμφέρον (insurable interest), είναι απαραίτητο συστατικό προκειμένου να υπάρξει μια έγκυρη συμφωνία ασφάλισης. Ο κάτοχος του ασφαλιστηρίου πρέπει να έχει συμφέρον στο ασφαλισμένο αντικείμενο ή άτομο. Σε αντίθετη περίπτωση η ασφάλιση θα κατέληγε σε ένα είδος στοιχήματος αυξάνοντας και τα κίνητρα της ασφαλιστικής απάτης. Όσον αφορά την εργοδότηση, ασφαλίσιμο συμφέρον μπορεί να έχει μόνο ο πραγματικός εργοδότης και οποιαδήποτε άλλη ασφάλιση θεωρείται άκυρη.
Αντικείμενο των πολιτικών εφέσεων 22/2008 και 23/2008 ήταν εργατικό ατύχημα ενός εργάτη και εμπλεκόμενες εταιρείες ήταν η μητρική εργοληπτική εταιρεία και η θυγατρική της εταιρεία η οποία αναλάμβανε συγκεκριμένες υπεργολαβίες. Η μητρική εταιρεία κατέβαλε την μισθοδοσία και ήταν ασφαλισμένη με ασφάλεια ευθύνης εργοδότη για τον συγκεκριμένο υπάλληλο, ο οποίος παρόλα αυτά ασχολείτο με εργασίες τις οποίες εκτελούσε η στην θυγατρική εταιρεία. Όταν ο συγκεκριμένος υπάλληλος τραυματίστηκε η θυγατρική εταιρεία δεν καλυπτόταν από ασφάλεια ευθύνης εργοδότη. Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι ο πραγματικός εργοδότης ήταν η θυγατρική εταιρεία και ως εκ τούτου δεν ήταν υποχρεωμένη η ασφαλιστική εταιρεία να καλύψει τους τραυματισμούς του εργάτη βάσει του συμβολαίου ασφάλισης ευθύνης εργοδότη το οποίο είχε συνάψει με την μητρική εταιρεία.
Υπό το φως των πιο πάνω και δεδομένου ότι σε μεγάλους ομίλους εταιρειών οι υπάλληλοι που τους στελεχώνουν πολλές φορές μεταφέρονται μόνιμα ή προσωρινά από μία εταιρεία του ομίλου σε άλλη, είναι ζωτικής σημασίας αυτή η αλλαγή εργοδότη να αντικατοπτρίζεται και στα ασφαλιστικά συμβόλαια κάλυψης ευθύνης εργοδότη. Σε αντίθετη περίπτωση οι εργοδότες μπορεί να βρεθούν εκτεθειμένοι και χωρίς να έχουν την απαραίτητη κάλυψη, αλλά και οι ασφαλιστικές εταιρείες ακόμα και αν έχουν την πρόθεση να καλύψουν μια απαίτηση δεν θα έχουν οποιοδήποτε νομικό υπόβαθρο για να την δικαιολογήσουν και οποιοδήποτε ποσό τυχόν καταβληθεί χαριστικά ενδεχομένως θα είναι φορολογητέο αφού θα εκφεύγει από την σφαίρα της αποζημίωσης.