Μισείς το ξυπνητήρι και πατάς snooze; Δες αν σε βλάπτει αυτή η συνήθεια
Ακολουθήστε μας στο Linkedin και συνδεθείτε με άλλους επαγγελματίες του κλάδου
Η τάση να πατάμε το κουμπί του snooze και να καθυστερούμε έστω και λίγο να σηκωθούμε από το κρεβάτι θεωρείται τελικά μια πάγια τακτική για τους περισσότερους ανθρώπους. Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο SLEEP δίνει μια σαφή εικόνα σχετικά με αυτή τη συνήθεια.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματά της, το 57% των συμμετεχόντων διατηρούσε συστηματικά αυτή τη ρουτίνα.
«Όλα τα ξυπνητήρια και τα smartphones έχουν κουμπιά snooze. Αν και οι περισσότεροι ειδικοί είναι γενικά κατά της χρήσης του snoozing, όταν πήγαμε να εξετάσουμε τα δεδομένα, δεν υπήρχε κανένα. Τώρα έχουμε τα δεδομένα που αποδεικνύουν πόσο συνηθισμένο είναι – και υπάρχουν ακόμα τόσα πολλά που δεν γνωρίζουμε» σημειώνει ο δρ. Stephen Mattingly, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, ο οποίος διεξήγαγε την έρευνα, μαζί με τον Aaron Striegel, καθηγητή πληροφορικής και μηχανικής στο Notre Dame.
Στη μελέτη τους, η ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Notre Dame εξέτασε 450 ενήλικες με πλήρη απασχόληση και μισθωτή εργασία. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωναν καθημερινά ερωτηματολόγια, ενώ παράλληλα οι ερευνητές συγκέντρωσαν δεδομένα σχετικά με τη διάρκεια του ύπνου και τον καρδιακό ρυθμό από φορητές συσκευές.
Διαπιστώθηκε ότι οι γυναίκες είχαν 50% περισσότερες πιθανότητες να πατήσουν αναβολή στο ξυπνητήρι τους σε σχέση με τους άνδρες. Όσοι πατούσαν αναβολή, περπατούσαν λιγότερο και αντιμετώπιζαν περισσότερες διαταραχές του ύπνου.
«Πρόκειται για ανθρώπους που εργάζονται εδώ και χρόνια και με ανώτερα πτυχία, με το 57% αυτών να ροχαλίζουν», εξήγησε ο δρ. Stephen Mattingly. «Αξίζει να αναφέρουμε όμως ότι αυτά τα στατιστικά στοιχεία είναι αντιπροσωπευτικά μόνο για έναν μικρό πληθυσμό που είναι πιθανό να βρίσκεται στην καλύτερη θέση όσον αφορά τις συνήθειες του ύπνου. Ωστόσο, δε γνωρίζουμε τι συμβαίνει στις διαφορετικές ηλικιακές ομάδες, όπως οι έφηβοι, τα νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα ή οποιονδήποτε από τους πληθυσμούς που ιστορικά στερούνται τον ύπνο περισσότερο από τους ερωτηθέντες αυτής της μελέτης. Έτσι, οι πιθανότητες είναι ότι πρόκειται μάλλον για μια συντηρητική εκτίμηση του ευρύτερου πληθυσμού» συμπληρώνει.
Η έρευνα εκτίμησε επίσης τη ρουτίνα του ύπνου των συμμετεχόντων. Βρέθηκε ότι οι νυχτερινοί τύποι αν και κοιμόντουσαν περισσότερο, ένιωθαν πιο κουρασμένοι σε γενικό πλαίσιο.
Πόσο βλάπτει τελικά το snooze τον ύπνο;
Μέρος της διερεύνησης των ερευνητών ήταν και να αποκωδικοποιήσουν την επιρροή της αναβολής της αφύπνισης. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυψαν, μια ή και δύο αναβολές στην αφύπνιση δε δημιουργούν μεγάλη διαφορά στην ποιότητα του ύπνου. Αυτό που πραγματικά έχει σημασία είναι η αναγκαιότητα ενός ξυπνητηριού λόγω έλλειψης ύπνου.
Όταν οι συμμετέχοντες ξυπνούσαν με φυσικό τρόπο, χωρίς τη βοήθεια ξυπνητηριού, κοιμόντουσαν περισσότερο και κατανάλωναν λιγότερη καφεΐνη. Αλλά και όσοι πατούσαν αναβολή και όσοι δεν πατούσαν στην πραγματικότητα κοιμούνται τις ίδιες ώρες. Αντίθετα, όσοι αναβάλουν το ξυπνητήρι, δεν κοιμούνται κατά τη διάρκεια της ημέρας και δεν αναφέρουν με την ίδια συχνότητα ότι είναι κουρασμένοι.
«Όταν κοιμόμαστε όσο θέλουμε το σώμα βιώνει μια αντίδραση στρες λίγο πριν ξυπνήσει. Αυτή η φυσιολογική αντίδραση συμβάλλει στο να αισθάνεται το άτομο σε εγρήγορση όταν ξυπνάει» εξηγεί ο δρ. Stephen Mattingly. Όταν όμως παρεμβαίνει το ξυπνητήρι, παρακάμπτεται η φυσική αντίδραση και η χημεία του εγκεφάλου βγαίνει εκτός ελέγχου.
Εν τέλει, η αναβολή έχει και τα οφέλη της, όπως τη μεγαλύτερη εγρήγορση και τη μείωση της κατανάλωσης της καφεΐνης.