Θεσμοθετημένη προστασία ηλικιωμένων για πιστώσεις και ασφάλιση ζητά η Επίτροπος Διοικήσεως

Ακολουθήστε μας στο Linkedin και συνδεθείτε με άλλους επαγγελματίες του κλάδου
Τη διαμόρφωση ρυθμιστικού πλαισίου και την αναζήτηση τρόπων θεσμοθετημένης προστασίας των ηλικιωμένων ατόμων αναφορικά με την παροχή πιστωτικών διευκολύνσεων σε συνταξιούχους, ζητά σε έκθεσή της η Επίτροπος Διοικήσεως Μαρία Στυλιανού Λοττίδη, σε έκθεσή της αναφορικά με την παροχή πιστωτικών διευκολύνσεων σε συνταξιούχους, καθώς και την άρνηση των ασφαλιστικών εταιρειών να παρέχουν ασφαλιστική κάλυψη σε άτομα άνω των 70 ετών.
Σύμφωνα με την έκθεση, Κλάδος Συνταξιούχων υπέβαλε παράπονο στις 13 Ιουνίου 2024 σε σχέση με την άρνηση των τραπεζών να παρέχουν οποιεσδήποτε πιστωτικές διευκολύνσεις στους συνταξιούχους, έστω και με ισχυρές εξασφαλίσεις, καθώς και την άρνηση των ασφαλιστικών εταιρειών να παρέχουν ασφάλιση μηχανοκινήτων σε άτομα άνω των 70 ετών ή με την επιβολή επιπρόσθετων ασφαλίστρων για αυτές τις περιπτώσεις.
Συμπληρώνεται ότι υποβληθέντα από φυσικά πρόσωπα σχετικά παράπονα εξετάστηκαν από κοινού, βάσει των προνοιών του περί Καταπολέμησης των Φυλετικών και Ορισμένων Άλλων Διακρίσεων (Επίτροπος) Νόμου (Ν.42(Ι)/2004), ο οποίος παρέχει στην Επίτροπο Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, υπό την ιδιότητα του Φορέα Ισότητας, τη δυνατότητα εξωδικαστικής παρέμβασης, τόσο στον δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα, σε περιπτώσεις διακρίσεων που οφείλονται, μεταξύ άλλων, στην ηλικία.
Ακολούθως, αναφέρεται ότι απεστάλησαν δύο επιστολές, η πρώτη προς τον Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, από τον οποίο ζητήθηκε να πληροφορήσει κατά πόσον τα πιστωτικά ιδρύματα εφαρμόζουν στο υπό αναφορά ζήτημα οδηγίες της Κεντρικής Τράπεζας και, σε περίπτωση, θετικής απάντησης, ποιες είναι αυτές και ποιο το νομικό τους έρεισμα, ενώ η δεύτερη επιστολή απευθύνθηκε στον Έφορο Ασφαλίσεων, από τον οποίο ζητήθηκε να ενημερώσει εάν ο ίδιος παρεμβαίνει με οποιονδήποτε στο θέμα ή εάν έχει εκδώσει προς τις ασφαλιστικές εταιρίες εφαρμοστέες κατευθυντήριες γραμμές.
Σύμφωνα με την έκθεση ο Αναπληρωτής Ανώτερος Διευθυντή Κεντρικής Τράπεζας απάντησε στις 18 Σεπτεμβρίου 2024 ότι το εν ισχύ νομικό/κανονιστικό πλαίσιο δεν καθορίζει μέγιστη επιτρεπόμενη ηλικία του δανειολήπτη κατά τη χορήγηση ή λήξη δανείου, ωστόσο θέτει κάποιες προϋποθέσεις χορήγησης δανείων, οι οποίες εντάσσονται στο πλαίσιο της απαιτούμενης αξιολόγησης και διασφάλισης ικανοποιητικής προοπτικής και δυνατότητας του δανειολήπτη για την αποπληρωμή του δανεισμού του.
Ειδικότερα, ανέφερε ότι «σε περίπτωση που η διάρκεια του δανείου εκτείνεται πέρα από την αναμενόμενη ηλικία συνταξιοδότησης του δανειολήπτη, το Πιστωτικό Ίδρυμα (ΠΙ) πρέπει να λαμβάνει υπόψη την επάρκεια των συνολικών εισοδημάτων του δανειολήπτη και την ικανότητά του να συνεχίσει να ανταποκρίνεται στις δανειακές του υποχρεώσεις μετά τη συνταξιοδότηση», προσθέτοντας επίσης ότι όπως προνοείται, «η ικανότητα αποπληρωμής πιστωτικής διευκόλυνσης είναι το κυριότερο κριτήριο για τη λήψη απόφασης για οποιαδήποτε χρηματοδότηση».
Αντιστοίχως, αναφέρεται ότι στην απάντησή του ημερομηνίας 8 Οκτωβρίου 2024, ο Αναπληρωτής Έφορος Ασφαλίσεων σημείωσε αναφορικά με τις ασφαλίσεις οχημάτων ότι «οι ασφαλιστικές εταιρείες τιμολογούν τους κινδύνους που αποδέχονται με βάση συγκεκριμένων παραγόντων, ένας εκ των οποίων είναι και η ηλικία των οδηγών», προσθέτοντας ότι «ο παράγοντας ηλικία στην αξιολόγηση κινδύνου για καθορισμό του ύψους ενός ασφάλιστρου που αφορά την κάλυψη οδήγησης ενός μηχανοκινήτου οχήματος δεν είναι θέμα διάκρισης αλλά ορθολογιστικής προσέγγισης της κάθε περίπτωσης ξεχωριστά».
Εν συνεχεία, αναφορικά με το νομοθετικό πλαίσιο, η έκθεση αναφέρει ότι το άρθρο 28 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας κατοχυρώνει την ίση προστασία και μεταχείριση όλων ενώπιον του νόμου, της διοικήσεως και της δικαιοσύνης και απαγορεύει τις δυσμενείς διακρίσεις, άμεσες ή έμμεσες, εις βάρος οιουδήποτε ατόμου λόγω της κοινότητος, της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, της γλώσσης, του φύλου, των πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, της εθνικής ή κοινωνικής καταγωγής, της γεννήσεως, του πλούτου, της κοινωνικής τάξεως αυτού ή λόγω οποιουδήποτε άλλου λόγου, εκτός εάν διά ρητής διάταξης του Συντάγματος ορίζεται το αντίθετο, προσθέτοντας ότι παρότι οι διακρίσεις λόγω ηλικίας δεν συμπεριλαμβάνονται ρητά στη συγκεκριμένη απαγόρευση, μπορούν να θεωρηθούν ότι καλύπτονται κάτω από την έννοια του «οποιουδήποτε λόγου».
Ειδικότερα, ως προς την πρόσβαση και την παροχή χρηματοπιστωτικών (τραπεζικών και ασφαλιστικών) υπηρεσιών και για να εξασφαλιστούν ελάχιστα πρότυπα προστασίας στο συγκεκριμένο πλαίσιο, αναφέρεται ότι προτεινόμενη Οδηγία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για διεύρυνση της ισότητας λόγω ηλικίας σε ορισμένους τομείς εκτός της αγοράς εργασίας, με στόχο μακροπρόθεσμα την ολοκλήρωση του νομικού πλαισίου της ΕΕ για την καταπολέμηση των διακρίσεων, για αύξηση της προστασίας από τις διακρίσεις λόγω ηλικίας, προέβλεπε στην αιτιολογική σκέψη ότι οι επηρεαζόμενοι θα έπρεπε να έχουν το δικαίωμα να ενημερώνονται, κατόπιν αιτήματος, για τους λόγους τυχόν διαφοροποιημένης μεταχείρισής τους λόγω ηλικίας κατά την παροχή χρηµατοπιστωτικών υπηρεσιών, ενώ οι σχετικές πληροφορίες θα έπρεπε να είναι διαθέσιμες και κατανοητές στο ευρύ κοινό και να εξηγούν τις διαφορές στην ανάληψη του κινδύνου για την κάθε συγκεκριμένη υπηρεσία.
Προστίθεται ωστόσο ότι η συγκεκριμένη πρόταση δεν έχει υιοθετηθεί, με αποτέλεσμα η προτεινόμενη Οδηγία να παραμένει απλή πρόταση, με το δίκαιο της ΕΕ να μην παρέχει επί του παρόντος νομική προστασία κατά των διακρίσεων λόγω ηλικίας εκτός του εργασιακού τομέα, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει οποιαδήποτε κοινοτική υποχρέωση για ομοιόμορφη ρύθμιση των προϋποθέσεων που σχετίζονται με την ηλικία στην παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.
Σχετικά με αντίστοιχες πρακτικές άλλων ευρωπαϊκών κρατών, σημειώνεται ότι τα διάφορα ευρωπαϊκά κράτη έχουν αντιδράσει με διαφορετικούς τρόπους στο εν λόγω θέμα, με κάποια εξ αυτών να επιτρέπουν διαφοροποιήσεις στη βάση της ηλικίας, θεωρώντας ότι δεν αποτελεί διάκριση η τοποθέτηση ενός προσώπου σε δυσμενέστερη θέση λόγω ηλικίας κατά τη διάρκεια του καθορισμού των ασφαλίστρων, ενώ σε άλλα η νομοθεσία θέτει ορισμένους περιορισμούς στην ευχέρεια των παρόχων να εφαρμόζουν διακρίσεις λόγω ηλικίας, ζητώντας συγκεκριμένα όπως οποιαδήποτε διαφοροποιημένη μεταχείριση δικαιολογείται βάσει θεμιτού στόχου και κρίνεται κατάλληλη και αναλογική, ενδεχομένως και μέσω διεξοδικών αναλογιστικών στοιχείων.
Συμπληρώνεται ότι από τις απαντήσεις που λήφθηκαν από 17 χώρες, προκύπτουν, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Υπηρεσίας Ερευνών, Μελετών και Εκδόσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων με θέμα «Ασφάλιστρα οχημάτων για ηλικιωμένους οδηγούς άνω των 70 ετών σε άλλες χώρες μέλη της ΕΕ», ότι στις περισσότερες χώρες (Αυστρία, Γερμανία, Γαλλία, Γερμανία, Εσθονία, Ισπανία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σλοβενία) η ηλικία, είτε λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό των ασφαλίστρων οχημάτων είτε όχι, δεν αποτελεί παράγοντα δυσμενούς διάκρισης για ηλικιωμένους οδηγούς, ενώ αντίθετα, στο Λουξεμβούργο και στην Ολλανδία η ηλικία είναι παράγοντας που οδηγεί σε υψηλότερα ασφάλιστρα λόγω του αυξημένου κινδύνου πρόκλησης ατυχημάτων.
Αναφέρεται ακόμη ότι σε αρκετές χώρες για τον καθορισμό του ύψους των ασφαλίστρων εφαρμόζεται το σύστημα «Bonus-Malus», με βάση το οποίο επιβραβεύεται η οδήγηση χωρίς ζημιές με μπόνους (έκπτωση στα ασφάλιστρα) και επιβάλλεται αύξηση των ασφαλίστρων σε περίπτωση πρόκλησης ατυχήματος και ζημιάς, ενώ πολλές ασφαλιστικές εταιρείες παραχωρούν εκπτώσεις στα ασφάλιστρα ηλικιωμένων οδηγών, λόγω του ιστορικού οδήγησής τους (χωρίς ατυχήματα), της οδηγικής πείρας, των δεξιοτήτων τους και της μεγαλύτερης προσοχής που επιδεικνύουν κατά την οδήγηση.
Όσον αφορά το ενδεχόμενο απόρριψης σύναψης σύμβασης αστικής ευθύνης οχήματος, αναφέρεται ότι αυτό δεν είναι επιτρεπτό στην Αυστρία και στη Γαλλία, στη Γερμανία το αίτημα για ασφάλιση οχήματος μπορεί να απορριφθεί μόνο εάν πραγματικοί ή τοπικοί περιορισμοί στο επιχειρηματικό σχέδιο της ασφαλιστικής εταιρείας εμποδίζουν τη σύναψη της σύμβασης ή εάν ο αιτών ήταν ήδη ασφαλισμένος στη συγκεκριμένη ασφαλιστική εταιρεία και διαπιστώθηκε παράβαση των όρων της προηγούμενης σύμβασης, ενώ στη Σουηδία μια ασφαλιστική εταιρεία μπορεί να αρνηθεί να ασφαλίσει κάποιον, μόνο αν συντρέχουν ειδικοί λόγοι, όπως αναλογιστικοί λόγω αυξημένου κινδύνου πρόκλησης ατυχήματος.
Στα συμπεράσματά της έκθεσης, η Επίτροπος υπογραμμίζει ότι, με βάση το ισχύον ευρωπαϊκό και εθνικό νομικό πλαίσιο, δεν παρέχεται επί του παρόντος νομική προστασία κατά των διακρίσεων λόγω ηλικίας στον τομέα των χρηματοπιστωτικών και ασφαλιστικών υπηρεσιών, με αποτέλεσμα, η ηλικία να μπορεί να λαμβάνεται υπόψη ως ένας καθοριστικός παράγοντας, βάσει του οποίου η σχετική αίτηση ενός προσώπου να μπορεί να απορρίπτεται ή να εγκρίνεται με δυσμενέστερους όρους (π.χ. υψηλότερα ασφάλιστρα) χωρίς να απαιτείται η παροχή οποιασδήποτε αιτιολογίας.
Συμπληρώνεται ότι παράλληλα, το γεγονός ότι δεν υπάρχει δεσμευτικό νομικό πλαίσιο στον τομέα αυτό και κατ’ επέκταση δεν στοιχειοθετείται διάκριση στη βάση της ηλικίας, της αποστερεί την εξουσία άσκησης των αρμοδιοτήτων που απορρέουν από τον περί Καταπολέμησης των Φυλετικών και Ορισμένων Άλλων Διακρίσεων (Επίτροπος) Νόμο [Ν.42(Ι)/2004]. «Ως εκ τούτου, δεν δύναμαι να προχωρήσω στην έκδοση δεσμευτικής απόφασης που να απευθύνεται παρόχους χρηματοπιστωτικών ή ασφαλιστικών προϊόντων», σημειώνει σχετικά.
Ταυτόχρονα, υπό τις αρμοδιότητές της ως Εθνική Αρχή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με εξουσία να ετοιμάζει Εκθέσεις με απόψεις, εισηγήσεις και προτάσεις στην περίπτωση που διαπιστώνει την ανάγκη για περαιτέρω προστασία ή προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα, σημειώνει ότι σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα και τον Έφορο Ασφαλίσεων, ο παράγοντας «ηλικία» αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα που μπορεί μεν να λαμβάνεται υπόψη από τους χρηματοπιστωτικούς και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, χωρίς ωστόσο να θεωρείται ο αποκλειστικός παράγοντας, στην πράξη, όμως, σύμφωνα με τα όσα αναφέρουν οι παραπονούμενοι, υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες άτομα της τρίτης ηλικίας επικοινώνησαν είτε για τη λήψη χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων, είτε για τη σύναψη ασφάλειας αυτοκινήτου, και απορρίφθηκαν ευθύς μόλις δήλωσαν την ηλικία τους, χωρίς να γίνει οποιαδήποτε περαιτέρω αξιολόγηση.
Συμπληρώνει ότι παρόλο που δεν υπάρχει νομική υποχρέωση των υπό αναφορά Οργανισμών να αιτιολογούν σε κάθε περίπτωση τις αποφάσεις τους ή να καθιστούν τις πληροφορίες που διέπουν το εν λόγω ζήτημα διαθέσιμες, κατανοητές και προσβάσιμες, εντούτοις, τόσο από τις απαντήσεις Κεντρικής Τράπεζας και Εφόρου Ασφαλίσεων, όσο και από τις πρακτικές που ακολουθούνται σε άλλες χώρες, προκύπτει ότι αυτό θα πρέπει να γίνεται, αφού αποτελεί μια καλή πρακτική, που καταδεικνύει τόσο σεβασμό στα δικαιώματα των ηλικιωμένων προσώπων, ως ανθρώπων αλλά και ως καταναλωτών, όσο και επαγγελματισμό από μέρους των Οργανισμών.
«Ως εκ τούτου υπάρχει ανάγκη δεσμευτικής ρύθμισης του ζητήματος, /εσωτερικών κανονισμών που να αφορά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ασφαλιστικές εταιρείες, ώστε να κατοχυρώνονται τουλάχιστον οι πιο πάνω υποχρεώσεις και συγκεκριμένα για εξατομικευμένες και αιτιολογημένες απαντήσεις στα αιτήματα των ενδιαφερομένων και διαθέσιμες, κατανοητές και προσβάσιμες πληροφορίες σε σχέση με τις διαδικασίες και τα κριτήρια που έχουν εφαρμογή σε κάθε χρηματοπιστωτικό ή ασφαλιστικό προϊόν. Θα μπορούσε, δε, κατά τη διαμόρφωση του εν λόγω πλαισίου να εξεταστούν και να συζητηθούν περαιτέρω τρόποι θεσμοθετημένης προστασίας των ηλικιωμένων ατόμων, κατά τα πρότυπα που εφαρμόζονται σε άλλα κράτη, μέσω ειδικών εκπτώσεων ή ανταμοιβών», καταλήγει η έκθεση.
Πηγή: ΚΥΠΕ