Υποχρεωτική ασφάλιση ρυμουλκούμενων: Αποτέλεσμα νομοθετικού ερασιτεχνισμού
Ακολουθήστε μας στο Linkedin και συνδεθείτε με άλλους επαγγελματίες του κλάδου
Γράφει ο Μιλτιάδης Μιλτιάδου, Ανεξάρτητος Σύμβουλος Ασφαλίσεων και διαχείρισης κινδύνων
Καταρχήν τα ρυμουλκούμενα (trailers) θεωρούνται «οχήματα» για σκοπούς έγκρισης με βάση τόσο την Ευρωπαϊκή νομοθεσία[1] όσο και την Κυπριακή νομοθεσία[2]. Η ταξινόμηση αυτή επιδιώκει την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου οδικής ασφάλειας, ενεργειακής απόδοσης και προστασίας από παράνομη χρήση. Συνεπώς, για να κυκλοφορήσει ένα ρυμουλκούμενο, θα πρέπει να είναι εγγεγραμμένο και να φέρει κυπριακές πινακίδες κυκλοφορίας.
Επιπρόσθετα, για να χρησιμοποιηθεί ένα ρυμουλκούμενο, θα πρέπει να είναι ασφαλισμένο για ευθύνη έναντι τρίτου. Η Οδηγία για την Ασφάλιση Μηχανοκίνητων Οχημάτων[3] περιλαμβάνει ορισμό του «οχήματος», ο οποίος μεταφέρθηκε αυτούσιος στον Κυπριακό Νόμο[4]:
«όχημα σημαίνει –
(α) οποιοδήποτε αυτοκινούμενο όχημα …
(β) οποιοδήποτε ρυμουλκούμενο που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί με αυτοκινούμενο όχημα που προβλέπεται στην παράγραφο (α), συζευγμένο ή μη μετά του αυτοκινούμενου οχήματος».
Ορισμένοι λόγοι για τους οποίους η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θεσπίσει την υποχρεωτική ασφάλιση της αστικής ευθύνης που είναι σχετική με την χρήση των ρυμουλκουμένων είναι και οι ακόλουθοι:
- Δυνατότητα ατυχημάτων: τα ρυμουλκούμενα, είτε είναι συνδεδεμένα με μηχανοκίνητο όχημα είτε είναι αποσυνδεδεμένα, έχουν τη δυνατότητα να εμπλακούν σε ατυχήματα και να προκαλέσουν υλικές ζημιές, τραυματισμούς ή ακόμα και θανάτους.
- Θέματα ευθύνης: όπως για κάθε άλλο όχημα, οι ιδιοκτήτες ή οι χειριστές των ρυμουλκουμένων μπορεί να θεωρηθούν υπεύθυνοι για αποζημιώσεις.
- Οικονομική προστασία: υπάρχει κατάλληλη ασφαλιστική κάλυψη που διασφαλίζει ότι θα αντιμετωπίζονται οι πιθανοί κίνδυνοι και οι υποχρεώσεις που συνδέονται με ρυμουλκούμενα και ότι τα θύματα ατυχημάτων με ρυμουλκούμενα θα έχουν πρόσβαση ασφαλιστική εταιρεία για αποζημιώσεις.
- Εναρμόνιση σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση: διασφαλίζεται ένα σταθερό επίπεδο προστασίας για τα θύματα ατυχημάτων με οχήματα, συμπεριλαμβανομένων των ρυμουλκουμένων.
Εφόσον τα ρυμουλκούμενα θεωρούνται οχήματα, η χρήση τους πρέπει να ασφαλίζεται με ασφαλιστήριο που αφορά ευθύνη έναντι τρίτου, το οποίο να συνάδει με τις απαιτήσεις του Νόμου, ιδίως όσον αφορά τα όρια ευθύνης: €38.600.000 για σωματική βλάβη ή θάνατο ανά περιστατικό και €1.300.000 για υλική ζημιά ανά περιστατικό.
Η θέση αυτή επιβεβαιώθηκε από απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης[5], όπου λέχθηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Από το γράμμα των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει σαφώς ότι τόσο ο οδικός ελκυστήρας όσο και το ρυμουλκούμενο ή ημιρυμουλκούμενο αποτελούν, το καθένα ξεχωριστά, «όχημα», κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης, και πρέπει επομένως για κάθε ένα από αυτά … να συνάπτεται σύμβαση με ασφαλιστική εταιρία για την ασφάλιση, εντός των καθοριζόμενων από το δίκαιο της Ένωσης ορίων, της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία του.»
Μερικές ασφαλιστικές εταιρείες στην Κύπρο επεκτείνουν την κάλυψη του ρυμουλκού οχήματος μέσω των Περιορισμών ως Προς τη Χρήση, αναγράφοντας στο Πιστοποιητικό Ασφάλισης και τον Πίνακα του ασφαλιστηρίου το συνηθισμένο λεκτικό: «Χρήση ενόσω σύρει ρυμουλκούμενο». Η λύση αυτή εφαρμόζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου τα ρυμουλκούμενα δεν θεωρούνται οχήματα για σκοπούς υποχρεωτικής ασφάλισης. Όμως, στην Κύπρο αυτή η πρακτική δεν παρέχει την κατά νόμο απαιτούμενη ασφαλιστική κάλυψη ενόσω το ρυμουλκούμενο είναι αποσυνδεδεμένο και σταθμευμένο.
Σκέψεις για τροποποίηση του ορισμού
Εκείνο που είναι λιγότερο γνωστό είναι πως το 2005 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συζήτησε πιθανή τροποποίηση του ορισμού του «οχήματος» προκειμένου να αντιμετωπιστούν ορισμένες δυσκολίες που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν τα θύματα ατυχημάτων με ρυμουλκούμενα.
Μετά από εκτενή ανάλυση[6], η Επιτροπή απάντησε ότι δεν φαινόταν απαραίτητη οποιαδήποτε τροποποίηση στον ορισμό του «οχήματος». Η τρέχουσα διατύπωση της Οδηγίας θεωρήθηκε επαρκώς σαφής όσον αφορά τα ρυμουλκούμενα, δεδομένου ότι ο ορισμός του οχήματος περιλαμβάνει τα ρυμουλκούμενα είτε είναι συζευγμένα είτε όχι.
Οι Υπηρεσίες της Επιτροπής υπενθύμισαν ότι κάθε ρυμουλκούμενο, είτε είναι συζευγμένο είτε όχι, είναι όχημα και ότι θα πρέπει επομένως να καλύπτεται δεόντως από ασφάλιση αστικής ευθύνης έναντι τρίτων.
Μολονότι τα συστήματα ασφαλιστικής κάλυψης έναντι αστικής ευθύνης αξιολογήθηκαν από τα περισσότερα κράτη μέλη ως γενικά ικανοποιητικά, οι Υπηρεσίες της Επιτροπής εντόπισαν τουλάχιστον δύο περιπτώσεις όπου τα θύματα ενδεχομένως να αντιμετώπιζαν δυσκολίες να λάβουν αποζημιώσεις για ατύχημα στο οποίο εμπλέκεται ρυμουλκούμενο, και συγκεκριμένα:
- όταν η ζημιά προκαλείται από αρθρωτό όχημα, όπου το ρυμουλκό όχημα και το ρυμουλκούμενο (το οποίο καλύπτεται ή δεν καλύπτεται από ξεχωριστή ασφαλιστική κάλυψη) φέρουν διαφορετικό αριθμό πινακίδας κυκλοφορίας και τα θύματα ξεχνούν να σημειώσουν τον αριθμό πινακίδας του ρυμουλκού οχήματος,
- όταν η ζημιά προκαλείται από μη συζευγμένο ρυμουλκούμενο που δεν χρειάζεται να φέρει τον ίδιο αριθμό πινακίδας κυκλοφορίας με το τελευταίο ρυμουλκό όχημα και δεν καλύπτεται από χωριστή ασφαλιστική κάλυψη ευθύνης έναντι τρίτων.
Η τροποποίηση της Οδηγίας
Εκείνο που όλοι γνωρίζουν είναι πως το 2021 τροποποιήθηκε η Οδηγία για την Ασφάλιση Μηχανοκίνητων Οχημάτων. Η Τροποποιητική Οδηγία[7] τροποποίησε τον ορισμό του οχήματος εξαιρώντας τις συσκευές μικροκινητικότητας, αλλά συνεχίζει να θεωρεί ως «όχημα» οιοδήποτε ρυμουλκούμενο που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί με όχημα, συζευγμένο ή μη μετά του εν λόγω οχήματος.
Ωστόσο, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο ορισμός του «οχήματος» δημιουργεί σε ορισμένες περιπτώσεις προβλήματα για μηχανοκίνητα οχήματα που αποτελούνται από σύνολο δύο οχημάτων που μπορούν να διαχωριστούν το ένα από το άλλο και να ταξινομηθούν (εγγραφούν) σε διαφορετικά κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, μερικές φορές μπορεί να είναι δύσκολο να προσδιοριστεί το υπεύθυνο μέρος σε περιπτώσεις που ένα ατύχημα αφορά ρυμουλκούμενο.[8]
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσε Έκθεση[9] στην οποία εισηγήθηκε να θεσπισθούν νέοι κανόνες για την ευθύνη στην περίπτωση ατυχήματος στο οποίο εμπλέκεται ρυμουλκούμενο ελκόμενο από μηχανοκίνητο όχημα για καλύτερη προστασία των ζημιωθέντων.
Στην Αιτιολογική Έκθεση η εισηγήτρια Dita Charanzová, Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρότεινε την αντιμετώπιση μιας ειδικής κατάστασης ευθύνης σε περίπτωση ατυχήματος που συνδέεται με ρυμουλκούμενο το οποίο έλκεται από μηχανοκίνητο όχημα (νέο άρθρο 15 α). Σε ένα τέτοιο ατύχημα, όπου η σύγκρουση είναι στο οπίσθιο τμήμα, συχνά δεν είναι ορατή η πινακίδα κυκλοφορίας του κύριου οχήματος. Επιπλέον, τα ρυμουλκούμενα και τα έλκοντα οχήματα ενδέχεται να μην είναι εγγεγραμμένα στον ίδιο ιδιοκτήτη, να έχουν διαφορετικά ασφαλιστήρια και μπορεί να είναι ακόμη και εγγεγραμμένα σε διαφορετικά κράτη μέλη. Στις περιπτώσεις που δεν είναι δυνατός ο εντοπισμός του έλκοντος οχήματος, ο ζημιωθείς πρέπει να αποζημιωθεί από τον ασφαλιστή του ρυμουλκούμενου, ο οποίος μπορεί στη συνέχεια να προσφύγει κατά του ασφαλιστή του έλκοντος οχήματος.
Έτσι, η Τροποποιητική Οδηγία προσέθεσε καινούριο άρθρο ως εξής:
«Άρθρο 15 α
Προστασία των ζημιωθέντων σε ατυχήματα στα οποία εμπλέκεται ρυμουλκούμενο ελκόμενο από όχημα.
1. Σε περίπτωση ατυχήματος που προκαλείται από σύνολο οχημάτων το οποίο αποτελείται από όχημα που έλκει ρυμουλκούμενο, όταν το ρυμουλκούμενο έχει χωριστή ασφάλιση αστικής ευθύνης, ο ζημιωθείς μπορεί να στραφεί απευθείας κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης που ασφάλισε το ρυμουλκούμενο, εάν:
- το ρυμουλκούμενο μπορεί να ταυτοποιηθεί, αλλά το όχημα που το ρυμούλκησε δεν μπορεί να ταυτοποιηθεί· και
- το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο προβλέπει ότι ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου καταβάλει αποζημίωση.
Η ασφαλιστική επιχείρηση που έχει αποζημιώσει τον ζημιωθέντα προσφεύγει στην επιχείρηση που ασφάλισε το έλκον όχημα ή στον οργανισμό που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1, εφόσον και στον βαθμό που αυτό προβλέπεται βάσει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου.
Η παρούσα παράγραφος ισχύει με την επιφύλαξη του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου που προβλέπει ευνοϊκότερες διατάξεις για τον ζημιωθέντα.
2. Σε περίπτωση ατυχήματος που προκαλείται από σύνολο οχημάτων αποτελούμενο από όχημα που έλκει ρυμουλκούμενο, ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου, εκτός εάν το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο τον υποχρεώνει σε καταβολή πλήρους αποζημίωσης, οφείλει, κατόπιν αιτήματος του ζημιωθέντος, να τον ενημερώσει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση για:
- την ταυτότητα του ασφαλιστή του έλκοντος οχήματος· ή
- όταν ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου δεν μπορεί να ταυτοποιήσει τον ασφαλιστή του έλκοντος οχήματος, τον μηχανισμό αποζημίωσης που προβλέπεται στο άρθρο 10.»
Η αιτιολόγηση για την εισαγωγή αυτής της ρύθμισης όπως φαίνεται στην Έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ήταν ότι η αναγνώριση της πινακίδας κυκλοφορίας θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα σε περίπτωση ατυχήματος με φορτηγό ή όχημα που σύρει ρυμουλκούμενο, όπου η πινακίδα κυκλοφορίας του κύριου οχήματος δεν φαίνεται καθαρά από πίσω. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε καταστάσεις όπου είναι αδύνατο να εντοπιστεί ο οδηγός. Για τις εμπορικές μεταφορές, συμβαίνει επίσης συχνά το μηχανοκίνητο όχημα να είναι διαφορετικής ιδιοκτησίας, και μερικές φορές εθνικής ταξινόμησης /εγγραφής, από το ρυμουλκούμενο που έλκεται, και να υπόκεινται σε ξεχωριστές, άσχετες μεταξύ τους, ασφαλιστικές συμβάσεις.
Επομένως, σε περίπτωση ατυχημάτων που αφορούν μηχανοκίνητο ρυμουλκό όχημα και ρυμουλκούμενο και το μηχανοκίνητο ρυμουλκό όχημα και το ρυμουλκούμενο έχουν διακριτούς ασφαλιστές, ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου θα πρέπει να αποζημιώσει τους τραυματίες εάν δεν μπορεί να αναγνωριστεί το ρυμουλκό όχημα. Ωστόσο, ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου έχει προσφυγή κατά του ασφαλιστή του ρυμουλκού οχήματος. Αυτή η αλλαγή αναμενόταν ότι θα προσφέρει καλύτερη προστασία στους τραυματίες.
Πώς αντιμετώπισε την εναρμόνιση η Ελλάδα
Το Άρθρο 6 (2) του Ελληνικού Νόμου 489/76 «Περί Υποχρεωτικής Ασφαλίσεως των εξ ατυχημάτων αυτοκινήτων αστικής ευθύνης» ανέκαθεν προέβλεπε τα εξής:
«Αν προκληθεί ατύχημα από ρυμουλκό όχημα που συνδέεται με ρυμουλκούμενο, οι ασφαλιστές του ρυμουλκού και του ρυμουλκούμενου οχήματος, αντίστοιχα, ευθύνονται εις ολόκληρον έναντι των ζημιωθέντων τρίτων. Η ευθύνη των ασφαλιστών αυτών περιορίζεται μέχρι του ασφαλιστικού ποσού των σχετικών συμβάσεων, επιφυλασσομένου σε αυτούς του δικαιώματος της εκατέρωθεν αναγωγής για την κατανομή της ζημίας.»
Ενόψει της πιο πάνω ρύθμισης, σύμφωνα με άρθρο της Δικηγορικής Εταιρείας Ρόκας [10] το νέο άρθρο 15 α της Οδηγίας για την Ασφάλιση Μηχανοκίνητων Οχημάτων δεν χρήζει μεταφοράς στο ελληνικό δίκαιο.
Στο μέτρο που η διάταξη του Ελληνικού Νόμου κατοχυρώνει αφενός το δικαίωμα ευθείας προσφυγής του ζημιωθέντος κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης που ασφάλισε το ρυμουλκούμενο και αφετέρου την εκ μέρους της τελευταίας υποχρέωση καταβολής πλήρους αποζημίωσης, κατά τον καθηγητή καθίσταται σαφές ότι παρέχεται αυξημένη προστασία στον ζημιωθέντα σε σχέση με την παράγραφο 1 του άρθρου 15 α της Οδηγίας, η οποία ισχύει με την επιφύλαξη του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου που προβλέπει ευνοϊκότερες διατάξεις για το ζημιωθέντα, και η οποία θεσπίζει απλώς την υπό προϋποθέσεις δυνατότητα του ζημιωθέντος να στραφεί απευθείας κατά του ασφαλιστή του ρυμουλκούμενου.
Όσον αφορά την παράγραφο 2 του άρθρου 15 α της Οδηγίας, η οποία προβλέπει την χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση παροχή συγκεκριμένων πληροφοριών από τον ασφαλιστή του ρυμουλκούμενου στο ζημιωθέντα, κατόπιν αιτήματος του τελευταίου, ο καθηγητής εξηγεί ότι δεν εφαρμόζεται όταν ο ασφαλιστής υποχρεούται βάσει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου σε καταβολή πλήρους αποζημίωσης, όπως ισχύει στην περίπτωση του άρθρου 6 (2) του Ελληνικού Νόμου.
Πώς εναρμονίστηκε η Ιρλανδία
Με Κανονισμούς[11] προστέθηκε νέο άρθρο στον Ιρλανδικό Νόμο[12] ως εξής (σε δική μου μετάφραση):
«69Β. Ασφάλιση ορισμένων ρυμουλκούμενων που έλκονται από όχημα
- Σε περίπτωση ατυχήματος που προκαλείται από σύνολο οχημάτων το οποίο αποτελείται από όχημα που έλκει ρυμουλκούμενο, το οποίο δεν έχει συνήθη στάθμευση στο Κράτος, όταν το ρυμουλκούμενο έχει χωριστή ασφάλιση αστικής ευθύνης, ο ζημιωθείς μπορεί να στραφεί απευθείας κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης που ασφάλισε το ρυμουλκούμενο, όπου μπορεί να ταυτοποιηθεί το ρυμουλκούμενο, αλλά το όχημα που το ρυμούλκησε δεν μπορεί να ταυτοποιηθεί και η εθνική νομοθεσία άλλου Κράτους Μέλους προβλέπει ότι ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου καταβάλλει αποζημίωση.
- Μια ασφαλιστική επιχείρηση που έχει αποζημιώσει τον ζημιωθέντα προσφεύγει στην επιχείρηση που ασφάλισε το έλκον όχημα ή στον οργανισμό αποζημίωσης εάν και στον βαθμό που αυτό προβλέπεται από την ισχύουσα εθνική νομοθεσία άλλου Κράτους Μέλους.
- Σε περίπτωση ατυχήματος που προκαλείται από ένα σύνολο οχημάτων αποτελούμενο από όχημα που έλκει ρυμουλκούμενο, που δεν έχει συνήθη στάθμευση στο Κράτος, ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου, εκτός εάν το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο άλλου Κράτους Μέλους τον υποχρεώνει σε καταβολή πλήρους αποζημίωσης, κατόπιν αιτήματος του ζημιωθέντος, τον/την ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση για την ταυτότητα του ασφαλιστή του έλκοντος οχήματος· ή όταν ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου δεν μπορεί να ταυτοποιήσει τον ασφαλιστή του έλκοντος οχήματος, τον μηχανισμό αποζημίωσης που προβλέπεται στη συμφωνία της 29ης Ιανουαρίου 2009 μεταξύ του Υπουργού Μεταφορών και του Γραφείου Ασφαλιστών Αυτοκινήτων της Ιρλανδίας.»
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, ο Ιρλανδός νομοθέτης αντέγραψε μεν το Άρθρο 15 α της Οδηγίας αλλά πρόσθεσε τις φράσεις με έντονους χαρακτήρες. Το αποτέλεσμα αυτών των επεμβάσεων είναι ότι στην Ιρλανδία οι νέοι κανόνες της Οδηγίας εφαρμόζονται μόνο σε ατυχήματα όπου το ρυμουλκούμενο δεν είναι εγγεγραμμένο στην Ιρλανδία.
Στις περιπτώσεις ατυχημάτων όπου το ρυμουλκούμενο είναι εγγεγραμμένο στην Ιρλανδία, ο ζημιωθείς μπορεί να στραφεί απευθείας εναντίον του ασφαλιστή του υπαίτιου ρυμουλκούμενου με βάση τον Ιρλανδικό Νόμο, έστω και αν δεν μπορεί να ταυτοποιηθεί ο ασφαλιστής του ρυμουλκού.
Πώς εναρμονίστηκε η Κύπρος
Με Τροποιητικό Νόμο[13] προστέθηκε νέο Άρθρο 6Α στο βασικό Νόμο ως εξής:
«Προστασία των ζημιωθέντων σε ατυχήματα στα οποία εμπλέκεται ρυμουλκούμενο ελκόμενο από όχημα.
6Α – (1) (α) Σε περίπτωση ατυχήματος που προκαλείται από σύνολο οχημάτων το οποίο αποτελείται από όχημα που έλκει ρυμουλκούμενο, όταν το ρυμουλκούμενο έχει χωριστή ασφάλιση έναντι τρίτου, ο ζημιωθείς δύναται να στραφεί εναντίον του ασφαλιστή που ασφάλισε το ρυμουλκούμενο, εάν –
- το ρυμουλκούμενο δύναται να ταυτοποιηθεί, αλλά το όχημα που το ρυμούλκησε δεν δύναται να ταυτοποιηθεί· και
- το ημεδαπό δίκαιο προβλέπει ότι ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου καταβάλλει αποζημίωση.
(β) Ο ασφαλιστής που έχει αποζημιώσει τον ζημιωθέντα προσφεύγει στον ασφαλιστή που ασφάλισε το έλκον όχημα ή στο Ταμείον Ασφαλιστών, ανάλογα με την περίπτωση.
(γ) Οι διατάξεις των παραγράφων (α) και(β) εφαρμόζονται χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του ημεδαπού δικαίου που είναι ευνοϊκότερες για τον ζημιωθέντα.
(2) Σε περίπτωση ατυχήματος που προκαλείται από σύνολο οχημάτων αποτελούμενο από όχημα που έλκει ρυμουλκούμενο και το ρυμουλκούμενο έχει ξεχωριστή ασφάλιση έναντι τρίτου από το όχημα που το έλκει, ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου, κατόπιν αιτήματος του ζημιωθέντος, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και εκτός εάν το ημεδαπό δίκαιο τον υποχρεώνει σε καταβολή πλήρους αποζημίωσης –
- ενημερώνει τον ζημιωθέντα για την ταυτότητα του ασφαλιστή του έλκοντος οχήματος· ή
- σε περίπτωση κατά την οποία ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου δεν δύναται να ταυτοποιήσει τον ασφαλιστή του έλκοντος οχήματος, παραπέμπει τον ζημιωθέντα στο Ταμείον Ασφαλιστών.»
Ο Κύπριος νομοθέτης αντέγραψε το Άρθρο 15 α της Οδηγίας με ορισμένες τροποποιήσεις που επισημαίνονται με έντονους χαρακτήρες. Αυτές οι επεμβάσεις είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα προκαλέσουν προβλήματα ερμηνείας του νόμου.
Ενδεχόμενα προβλήματα από την εφαρμογή του νέου Άρθρου 16 Α του Νόμου
Οι συνδυασμοί των πιθανών ατυχημάτων με ρυμουλκούμενα είναι πάρα πολλοί και θα ήταν αδύνατο να περιγραφούν σε ένα άρθρο. Για να γίνουν αντιληπτά τα ενδεχόμενα ερμηνευτικά προβλήματα, θα περιοριστούμε σε ένα υποθετικό ατύχημα, το οποίο όμως δεν αφίστανται από την πραγματικότητα.
Ένα ρυμουλκό σύρει ρυμουλκούμενο. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής και ενώ το αρθρωτό όχημα ήταν εν κινήσει, το ρυμουλκούμενο αποσυνδέεται από το ρυμουλκό, συγκρούεται με σταθμευμένο ιδιωτικό αυτοκίνητο και προκαλεί σωματικούς τραυματισμούς και περιουσιακή ζημιά. Το ρυμουλκό εγκαταλείπει τη σκηνή του ατυχήματος και δεν μπορεί να ταυτοποιηθεί.
Εφόσον δεν ταυτοποιήθηκε το ρυμουλκό, σύμφωνα με το εδάφιο (1) (α) του άρθρου 6 (Α) του Νόμου οι ζημιωθέντες μπορούν να υποβάλουν απαίτηση κατά του ασφαλιστή του ρυμουλκούμενου, υπό την προϋπόθεση ότι «το ημεδαπό δίκαιο προβλέπει ότι ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου καταβάλλει αποζημίωση».
Αν το ρυμουλκούμενο φέρει κυπριακούς αριθμούς εγγραφής και είναι ασφαλισμένο σε κυπριακή ασφαλιστική εταιρεία, η προϋπόθεση εκπληρώνεται. Το «ημεδαπό δίκαιο» είναι το δίκαιο της Κυπριακής Δημοκρατίας και με βάση το άρθρο 14 (4) του Νόμου «ο ασφαλιστής οφείλει να πληρώσει προς το πρόσωπο ή τα πρόσωπα προς όφελος των οποίων εκδόθηκε η δικαστική απόφαση οποιοδήποτε ποσό καθίσταται πληρωτέο με βάση την απόφαση αυτή σε σχέση με ευθύνη για θάνατο ή για σωματική βλάβη ή για ζημιά σε περιουσία». Συνεπώς, ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει αποζημιώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου.
Όμως, τι θα γίνει αν το ρυμουλκούμενο φέρει αριθμό εγγραφής άλλου κράτους μέλους και είναι ασφαλισμένο σε ασφαλιστική εταιρεία εκείνου του άλλου κράτους μέλους; Σύμφωνα με την Οδηγία θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο το «εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο» προβλέπει ότι ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου καταβάλλει αποζημιώσεις. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εξεταστεί ο νόμος του άλλου κράτους μέλους που ρυθμίζει την ασφάλιση του συγκεκριμένου ρυμουλκούμενου και όχι ο κυπριακός Νόμος. Αν ο Κύπριος νομοθέτης αντέγραφε σωστά την Οδηγία, στο παράδειγμά μας, το εδάφιο (1) (α) του άρθρου 6 Α θα παρέπεμπε στο εθνικό δίκαιο του άλλου κράτους μέλους και όχι στο ημεδαπό / κυπριακό δίκαιο.
Το εδάφιο (1) (β) του άρθρου 6Α προβλέπει ότι ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου που έχει αποζημιώσει το ζημιωθέντα δύναται να στραφεί εναντίον του ασφαλιστή του ρυμουλκού ή του ΤΑΜΟ, ανάλογα με την περίπτωση, για ανάκτηση των καταβληθέντων. Αυτό σημαίνει ότι ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου σε καμία περίπτωση δεν θα υποστεί οποιοδήποτε κόστος, εφόσον οι αποζημιώσεις τελικά θα καταβληθούν από το ΤΑΜΟ. Εναλλακτικά, οι αποζημιώσεις θα μπορούσαν να καταβληθούν από τον ασφαλιστή του ρυμουλκού, σε περίπτωση που καταστεί δυνατό να εντοπιστεί ο ασφαλιστής ρυμουλκού αγνώστων στοιχείων.
Μια σοβαρή παράλειψη του Κύπριου νομοθέτη είναι να συμπεριλάβει στο εδάφιο (1) (β) την προϋπόθεση της Οδηγίας «εφόσον και στον βαθμό που αυτό προβλέπεται βάσει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου». Αν ο νομοθέτης είχε τη γνώση και τη σύνεση να συμπεριλάβει αυτή την προϋπόθεση, τότε η εικόνα θα ήταν διαφορετική. Ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου θα κατέβαλλε μεν τις αποζημιώσεις στους ζημιωθέντες, αλλά θα μπορούσε να τις ανακτήσει μόνο αν κατάφερνε να αποδείξει αμέλεια του οδηγού του ρυμουλκού (π.χ. επικίνδυνη οδήγηση) ή αμέλεια του ιδιοκτήτη του ρυμουλκού (π.χ. ελαττωματικός κοτσαδόρος του ρυμουλκού). Αν το ατύχημα οφειλόταν σε αμέλεια του ιδιοκτήτη του ρυμουλκούμενου (π.χ. ελαττωματικός γάντζος του ρυμουλκούμενου), τότε δεν θα μπορούσε να ανακτήσει ούτε από τον ασφαλιστή του ρυμουλκού ούτε από το ΤΑΜΟ. Με βάση την εν λόγω προϋπόθεση, ο καταλογισμός / επιμερισμός της ευθύνης για το ατύχημα θα γινόταν σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου (Κεφ. 148).
Εξάλλου, όπως είναι διατυπωμένο το εδάφιο, το ΤΑΜΟ θα υποχρεωθεί να καταβάλει τις αποζημιώσεις έστω και αν το ατύχημα συνέβη σε άλλο κράτος μέλος και την ευθύνη την φέρει ο οδηγός ή ο ιδιοκτήτης ενός ρυμουλκού αγνώστων στοιχείων.
Το εδάφιο (1) (γ)του άρθρου 6Α προβλέπει ότι οι πιο πάνω διατάξεις «εφαρμόζονται χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του ημεδαπού δικαίου που είναι ευνοϊκότερες για τον ζημιωθέντα». Ένα εύλογο ερώτημα που προκύπτει είναι πού θα πρέπει να αποταθούν ο χειριστής απαιτήσεων του ασφαλιστή του ρυμουλκούμενου και/ή ο ζημιωθείς για να ανακαλύψουν αν στο κυπριακό δίκαιο υπάρχουν οποιεσδήποτε διατάξεις ευνοϊκότερες για το ζημιωθέντα. Αν υπάρχουν τέτοιες διατάξεις, ο διακανονισμός της απαίτησης θα είναι διαφορετικός.
Όμως, τι θα γίνει αν το ατύχημα συνέβη σε άλλο κράτος μέλος; Η Οδηγία προβλέπει ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι διατάξεις του «εφαρμοστέου εθνικού δικαίου». Ο Γενικός Κανόνας του Κανονισμού Ρώμη ΙΙ[14] καθορίζει ως εφαρμοστέο το δίκαιο της χώρας όπου συνέβη το ατύχημα, δηλαδή του άλλου κράτους μέλους και όχι της Κύπρου.
Το εδάφιο (2) του άρθρου 6 Α του Νόμου υποχρεώνει τον ασφαλιστή του ρυμουλκούμενου να ενημερώσει τον ζημιωθέντα για τον ασφαλιστή του ρυμουλκού ή να τον παραπέμψει στο ΤΑΜΟ υπό μια προϋπόθεση: «εκτός εάν το ημεδαπόδίκαιο τον υποχρεώνει σε καταβολή πλήρους αποζημίωσης». Όπως είδαμε πιο πάνω, το άρθρο 14 (4) του Νόμου υποχρεώνει τον ασφαλιστή του ρυμουλκούμενου να καταβάλλει αποζημιώσεις, συνεπώς ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου ουδέποτε θα έχει υποχρέωση για ενημέρωση ή παραπομπή του ζημιωθέντος.
Όμως, τι θα γίνει αν το ρυμουλκούμενο φέρει αριθμούς εγγραφής άλλου κράτους μέλους και είναι ασφαλισμένο σε ασφαλιστική εταιρεία αυτού του άλλου κράτους μέλους; Αν ο Κύπριος νομοθέτης αντέγραφε σωστά την Οδηγία, στο παράδειγμά μας, το εδάφιο (2) του άρθρου 6 Α θα παρέπεμπε στο εθνικό δίκαιο του άλλου κράτους μέλους και όχι στο ημεδαπό / κυπριακό δίκαιο. Επίσης, το εν λόγω εδάφιο θα προέβλεπε ότι ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου θα ενημερώσει τον ζημιωθέντα για το μηχανισμό αποζημίωσης που προβλέπεται στο Νόμο και στη Βασική Συμφωνία της 29ης Οκτωβρίου 2007 μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Υπουργού Οικονομικών και του ΤΑΜΟ και όχι να τον παραπέμπει στο ΤΑΜΟ.
Συμπέρασμα
Από τα πιο πάνω παραδείγματα καθίσταται προφανές ότι το Άρθρο 6 Α του Νόμου χρειάζεται αναδιατύπωση. Ελπίζω τα αρμόδια σώματα να μην περιμένουν σοβαρό ατύχημα με ρυμουλκούμενο για να αντιληφθούν την έκταση των ερμηνευτικών προβλημάτων που θα προκύψουν.
Κατ’ ακρίβεια είναι ολόκληρος ο Κυπριακός Νόμος Ασφάλισης Μηχανοκινήτων που χρειάζεται αναδιατύπωση, αλλά αυτό είναι θέμα άλλης εκτενέστερης συζήτησης.
[1] Οδηγία 2007/46/ΕΚ για τη θέσπιση πλαισίου για την έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους, και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά
[2] Ο περί Έγκρισης Τύπου Οχημάτων Νόμος του 2005 (Ν. 61(Ι)/2005)
[3] Οδηγία 2009/103/ΕΚ σχετικά με την ασφάλιση της ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία (ΕΕ) 2021/2118
[4] Οι περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης έναντι Τρίτου) Νόμοι του 2000 έως 2023
[5] Υπόθεση C-923/19, Van Ameyde España SA κατά GES, Seguros y Reaseguros SA
[6] COMMISSION STAFF WORKING DOCUMENT addressed to the European Parliament and to the Council on certain issues relating to Motor Insurance SEC(2005) 1777
[7] Οδηγία (ΕΕ) 2021/2118 για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/103/ΕΚ σχετικά με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής
[8] Commission Staff Working Document – Impact Assessment, SWD (2018) 247 final
[9] Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο – Έκθεση Α8-0035/2019
[10] Η νέα Οδηγία 2021/2118 σχετικά με την τροποποίηση και συμπλήρωση της κωδικοποιημένης Οδηγίας 2009/103 για την υποχρεωτική ασφάλιση από ατυχήματα αυτοκινήτων.
[11] S.I. No 643 of 2023 EUROPEAN UNION (MOTOR INSURANCE) REGULATIONS 2023
[12] Road Traffic Act 1961, revised
[13] Ο περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης Έναντι Τρίτου) Τροποποιητικός Νόμος του 2023 (Ν. 167(Ι)/2023)
[14] ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 864/2007 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑÏΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 11ης Ιουλίου 2007 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές («Ρώμη II»)